1549, 22 Ιανουαρίου
Τη αυτή κβη του Ιαννουαρίου ,αφμθ'.
Έστοντ(α) και εγώ Aννέζα χήρα του ποτέ Κωνστ(αντή) Παστασαλ(ί), από το χωρίον Κορφαίς, να 'χα πάρη γαμβρον εις την θυγατέ ρα μου την Εργήνα, εσένα τον Μανόλι Ρασούλη, υιόν του Γεώργι, από το λεγόμενον χωρίον Κορφαίς, από καιρόν περασμένον και να σου τάξω δια προικιόν της λεγομένης μου θυγατρός με λόγια, υπέρπυρα διακόσα, την οποίαν μου θυγατέρα με την προμέσα οπού σου 'καμα από τότες εκοσεντίρισες και επήρες και ευλογίθεις τηνε δια της Αγίας Εκκλησίας, από τα οποία υπέρπυρα διακόσα οπού σού 'ταξα δια προικιόν σου, ομολογώ και ό,τι πράγματα σου 'δωκα και εστοι-μάρισά σου τα τότε εσένα του λεγομένου μου γαμβρού, εμοντάραν όλλα υπέρπυρα ρα', ήγουν εκατόν ένα και διατή δεν τα εγράψαμεν εις γραφήν δια να φένεται ή αλήθια, τα βάνωμεν και φανερόνωμέν τα εις την γραφήν ταύτην. Και δια τα επίλοιπα αληθινά υπέρπυρα εννενήντα
εννέα οπού σου ρεστάρω εις το λεγομενον προικιόν, εσυμβιβάστημεν σήμερον και δια αποπλήρωμά σου και αποσατισφατζιός σου των λεγομένων υπερπύρων διακοσών του λεγομένου προικιού σου, σου δί δω συνηβαστικώς εκίνω το σπήτη το εδικό μου οπόχω εις το λεγό-μενω χωρίον Κορφαίς, εις τον τόπον του μισερ-Αντώνι Κορνάρω, τα σύνορά του είνιε ούτως: η εμπασά του έναι νοτικά, βορινά έναι με το σπήτη του υιού μου του Μπλάζου και δυτικά με το σπήτη του Κων στή Βασμούλ(ο) και ανατολικά με το σπήτη του Πουλοπόδη, το οποίον αυτό το σπήτη οπού σου δίδω με το άερέν του και με όλα του τα δι καιώματα, από την σήμερον και ομπρός εις παντοτινώ εσύ o ρηθείς μου γαμβρός να πάρης, να έχεις, να κρατής, να ποσεδέρης, εννοίκιον και ουτιλητά απ' αυτώ να πέρνεις, να δίδης, να πουλής, να χαρίζεις, να προικίζεις και δια την ψυχήν σου να το δίδης φραγγάτω και λίμπε ρω από πάσα βάρος, διότης λέγω και δεν πληρώνει τίποτας βάρος
και τινάς να μην σου υπή το εναντίον και ούτως οίμαι κοτέντα, βα νοντ(α) και διά πένα υπέρπυρα ν', δια τα φουσάδα της αυθεντίας μας
και η γραφή αύτη εις την δύναμίν της. Από το άλλο μέρος εγώ ο ρηθείς Μανόλις Ρασούλης, πρεζέντε και κοτέντος εις όλλα τα άνωθεν καί στρέφω σε σιγούραν και αναπαϊμένην εσένα την άνωθέν μου πενθερά και τους διαδόχους σου εις παντοτινώ δια τα λεγόμενα υπέρπυρα διακόσα οπού μου 'χες τάξη δια προικιόν της λεγομένης
Εργήνας, της θυγατρός σου, και εμένα γυναίκας, διατή τα επληρώ θικα από σένα εις μόδον και φόρμα ως άνωθεν είρηται.
Μάρτυρες παρακαλετοί:κυρ-Μανόλις Μουσούρος και κυρ-Ίωάννης Καταρτός και κυρ-Δημήτρης Μαυρωμάτης.
Βενετικές Πηγές της Κρητικής Ιστορίας
Μιχαήλ Μαράς
Νοτάριος Χάνδακα
Κατάστιχο 149
Τόμος Α’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου